Stoltur στα ελληνικά

Μετάφραση: stoltur, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμαρωτός, περήφανος, υπερήφανος, Περήφανοι, Proud, Περήφανη
Stoltur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stofnun στα ελληνικά - ίδρυση, πρακτορείο, Οργανισμού, Οργανισμός, οργανισμό, γραφείο
  • stofustóll στα ελληνικά - καρέκλα, προεδρία, μωρού, καρεκλάκι, καρέκλας
  • strita στα ελληνικά - «
  • strákhvolpur στα ελληνικά - αγόρι, αγοριού, παιδί, αγόρι που, το αγόρι
Τυχαίες λέξεις
Stoltur στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμαρωτός, περήφανος, υπερήφανος, Περήφανοι, Proud, Περήφανη