Tala στα ελληνικά

Μετάφραση: tala, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μιλώ, ομιλία, αριθμός, κουβέντα, συζήτηση, ομιλίας, μιλάμε
Tala στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • takmarka στα ελληνικά - περιορίζω, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας
  • takmarkaður στα ελληνικά - περιορισμός, περιστολή, περιορισμένος, περιορισμένο, περιορισμένη, περιορισμένες, περιορισμένης
  • talsverður στα ελληνικά - αξιόλογος, αρκετός, σημαντικός, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
  • tapa στα ελληνικά - λυτός, χάνω, χαλαρός, μπόσικος, λάσκος, χάνουν, χάσετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Tala στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μιλώ, ομιλία, αριθμός, κουβέντα, συζήτηση, ομιλίας, μιλάμε