Émbolo στα ελληνικά
Μετάφραση: émbolo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστόνι, έμβολο, εμβόλου, εμβολέα, του εμβόλου, εμβολέας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arqueológico στα ελληνικά - αρχαιολογικός, αρχαιολογικό, αρχαιολογικά, αρχαιολογικούς, αρχαιολογικών
- delegado στα ελληνικά - αντιπρόσωπος, απεσταλμένος, εκπρόσωπος, εκπρόσωπο, αντιπρόσωπο
- escabel στα ελληνικά - σκαμνί, σκαμπό, έδρανο, υποπόδιο, υποπόδιον των ποδών, υποπόδιο των ποδιών, υποπόδιό, ...
- estimación στα ελληνικά - σέβομαι, υπόληψη, θεωρώ, υπολογίζω, σεβασμός, εκτίμηση, εκτίμησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Émbolo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστόνι, έμβολο, εμβόλου, εμβολέα, του εμβόλου, εμβολέας
Μεταφράσεις: πιστόνι, έμβολο, εμβόλου, εμβολέα, του εμβόλου, εμβολέας