Auxiliar στα ελληνικά
Μετάφραση: auxiliar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοηθώ, βοηθός, βοηθητικός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autómata στα ελληνικά - αυτόματο, αυτόματου, automaton, αυτομάτου, αυτόματο που
- autónomo στα ελληνικά - αυτόνομος, αυτόνομη, αυτόνομων, αυτόνομα, αυτόνομες, αυτόνομο
- auxilio στα ελληνικά - βοήθεια, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, βοηθούν
- avalancha στα ελληνικά - πλημμύρα, χιονοστιβάδα, χιονοστιβάδας, χιονοστιβάδων, χιονοστιβάδες, καταιγισμό
Τυχαίες λέξεις
Auxiliar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοηθώ, βοηθός, βοηθητικός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
Μεταφράσεις: βοηθώ, βοηθός, βοηθητικός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί