Crecimiento στα ελληνικά
Μετάφραση: crecimiento, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όγκος, ανάπτυξη, αύξηση, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, αύξησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- crecer στα ελληνικά - αυξάνομαι, αύξηση, κερί, μεγαλώνω, αυξάνω, μεγαλώνουν, μεγαλώσουν, ...
- creciente στα ελληνικά - ημισέληνος, μισοφέγγαρο, αυξανόμενη, αυξανόμενες, αυξάνεται, αυξανόμενο, αναπτυσσόμενη
- credibilidad στα ελληνικά - αξιοπιστία, αξιοπιστίας, την αξιοπιστία, η αξιοπιστία, της αξιοπιστίας
- credo στα ελληνικά - πίστη, πεποίθηση, θρήσκευμα, δόγμα, θρησκείας, το θρήσκευμα
Τυχαίες λέξεις
Crecimiento στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όγκος, ανάπτυξη, αύξηση, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, αύξησης
Μεταφράσεις: όγκος, ανάπτυξη, αύξηση, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, αύξησης