Eventual στα ελληνικά

Μετάφραση: eventual, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξέγνοιαστος, ανεπίσημος, εφικτός, πιθανός, ενδεχόμενος, ενδεχόμενη, τελική, ενδεχόμενης, ενδεχόμενες
Eventual στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • evasión στα ελληνικά - περιστροφή, υπεκφυγή, φοροδιαφυγής, φοροδιαφυγή, της φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής
  • evento στα ελληνικά - γεγονός, άθλημα, συμβάν, περίπτωση, εκδήλωση, περιπτώσει
  • evidencia στα ελληνικά - απόδειξη, μαρτυρία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία, αποδείξεις
  • evidenciar στα ελληνικά - διαδηλώνω, αποδεικνύω, δείχνω, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Eventual στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξέγνοιαστος, ανεπίσημος, εφικτός, πιθανός, ενδεχόμενος, ενδεχόμενη, τελική, ενδεχόμενης, ενδεχόμενες