Límite στα ελληνικά

Μετάφραση: límite, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορίζω, όριο, σύνορο, δεμένος, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας
Límite στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lícito στα ελληνικά - θεμιτός, νόμιμος, νόμιμη, νόμιμο, νόμιμης, νόμιμες
  • líder στα ελληνικά - αρχηγός, ηγέτης, ηγεμόνας, ηγήτορας, ηγέτη, επικεφαλής, leader
  • límpido στα ελληνικά - λαγαρός, διαυγής, διαυγές, διαυγή, διαυγούς, πεντακάθαρη
  • línea στα ελληνικά - επενδύω, ρυτίδα, παρατάσσω, γραμμή, γραμμής, σύμφωνα, line, ...
Τυχαίες λέξεις
Límite στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορίζω, όριο, σύνορο, δεμένος, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας