Prerrogativa στα ελληνικά
Μετάφραση: prerrogativa, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προνόμιο, αρμοδιότητα, το προνόμιο, προνομίου, προνομία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- camaradería στα ελληνικά - συντροφιά, συντροφικότητας, συντροφικότητα, συναδελφικότητα, συναδελφικότητας
- excavar στα ελληνικά - ξεθάβω, ανακαλύπτω, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, σκάψει
- infligir στα ελληνικά - Πάρε, προκαλούν, προκαλέσουν, προκαλέσει, Πάρε μέρος
- inmigración στα ελληνικά - μετανάστευση, μετανάστευσης, τη μετανάστευση, της μετανάστευσης, μεταναστευτική
Τυχαίες λέξεις
Prerrogativa στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προνόμιο, αρμοδιότητα, το προνόμιο, προνομίου, προνομία
Μεταφράσεις: προνόμιο, αρμοδιότητα, το προνόμιο, προνομίου, προνομία