Aggiornare στα ελληνικά

Μετάφραση: aggiornare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναστέλλω, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης
Aggiornare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aggettivo στα ελληνικά - επίθετο, επιθέτου, προσδιορισμός, επίθετο που
  • aggiornamento στα ελληνικά - ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημέρωσης, την ενημέρωση, αναπροσαρμογή
  • aggirare στα ελληνικά - παρακάμπτω, παράκαμψης, παράκαμψη, bypass, παρακάμψεως, παρακαμπτήριο
  • aggirarsi στα ελληνικά - περιφέρομαι, περιστρέφομαι, περιπλανιέμαι, περιστρέφω, τριγυρίζω, περιπλανηθείτε, περιπλανηθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Aggiornare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναστέλλω, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης