Arteria στα ελληνικά
Μετάφραση: arteria, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρτηρία, αρτηρίας, αρτηριών, νόσο, αρτηριακού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- artefatto στα ελληνικά - τεχνητός, τεχνούργημα, Αντικειμένου, τεχνουργήματος, τέχνημα, τεχνητό
- artefice στα ελληνικά - συγγραφέας, τεχνίτης, κατασκευαστής, τσάι, Maker, κατασκευαστή, συσκευή για
- arterioso στα ελληνικά - αρτηριακός, αρτηριακή, αρτηριακού, αρτηριακό, αρτηριακών
- articolazione στα ελληνικά - γόμφος, κοινός, άρθρωση, κοψίδι, διάρθρωση, άρθρωσης, αρθρώσεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Arteria στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρτηρία, αρτηρίας, αρτηριών, νόσο, αρτηριακού
Μεταφράσεις: αρτηρία, αρτηρίας, αρτηριών, νόσο, αρτηριακού