Colpo στα ελληνικά
Μετάφραση: colpo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, νικώ, θρυμματίζω, κομματιάζω, βρόντος, κρότος, συντρίβω, απεργία, δέρνω, βροντώ, φυσώ, σπάζω, γρονθοκοπώ, χτύπημα, γδούπος, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- colpevolezza στα ελληνικά - ενοχή, ενοχής, την ενοχή, ενοχές, η ενοχή
- colpire στα ελληνικά - λίμπρα, απεργία, λίβρα, τσιγκλώ, βαρώ, σπρώχνω, κοπανίζω, ...
- coltello στα ελληνικά - μαχαίρι, μαχαιριού, το μαχαίρι, μαχαιριών, λεπίδα
- coltivare στα ελληνικά - μεγαλώνω, αυξάνομαι, καλλιεργώ, καλλιεργούν, καλλιεργήσει, καλλιεργήσουν, καλλιεργηθείτε
Τυχαίες λέξεις
Colpo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, νικώ, θρυμματίζω, κομματιάζω, βρόντος, κρότος, συντρίβω, απεργία, δέρνω, βροντώ, φυσώ, σπάζω, γρονθοκοπώ, χτύπημα, γδούπος, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
Μεταφράσεις: χτυπώ, νικώ, θρυμματίζω, κομματιάζω, βρόντος, κρότος, συντρίβω, απεργία, δέρνω, βροντώ, φυσώ, σπάζω, γρονθοκοπώ, χτύπημα, γδούπος, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση