Θρυμματίζω στα ιταλικά

Μετάφραση: θρυμματίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
botta, bussata, battere, battuta, colpo, percossa, sgretolarsi, sbriciolarsi, crollare, sbriciolare, si sbriciolano
Θρυμματίζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θρυμματίζω

θρυμματίζω στα αγγλικα, θρυμματίζω συνωνυμα, θρυμματίζω λεξικο, θρυμματίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, θρυμματίζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • θρυλικός στα ιταλικά - mitico, leggendario, Legendary, Leggendaria, di Legendary
  • θρυμματίζομαι στα ιταλικά - sgretolarsi, sbriciolarsi, crollare, sbriciolare, si sbriciolano
  • θρόισμα στα ιταλικά - fruscio, sussurrare, gemere, sough
  • θρόνος στα ιταλικά - trono, del trono, trono di, il trono
Τυχαίες λέξεις
Θρυμματίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: botta, bussata, battere, battuta, colpo, percossa, sgretolarsi, sbriciolarsi, crollare, sbriciolare, si sbriciolano