Dondolare στα ελληνικά

Μετάφραση: dondolare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουνώ, κούνια, ροκ, πέτρα, λικνίζω, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
Dondolare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • donatore στα ελληνικά - δότης, δωρητής, δότη, του δότη, δωρητή
  • donazione στα ελληνικά - πεσκέσι, χάρισμα, δώρο, δωρεά, δωρεάς, τη δωρεά, αιμοδοσία, ...
  • donna στα ελληνικά - κυρία, γυναίκα, γυναίκας, γυναίκα που, γυναίκα των
  • donnola στα ελληνικά - νυφίτσα, κουνάβι, νυφίτσας, κουναβιού, weasel
Τυχαίες λέξεις
Dondolare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουνώ, κούνια, ροκ, πέτρα, λικνίζω, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης