Eccitazione στα ελληνικά
Μετάφραση: eccitazione, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διέγερση, διέγερσης, διεγέρσεως, τη διέγερση, της διέγερσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eccezione στα ελληνικά - εξαίρεση, εκτός, εξαιρουμένων, πλην, εξαίρεσης
- eccitare στα ελληνικά - διεγείρω, ερεθίζω, ενθουσιάσει, ενθουσιάζουν, διεγείρει, συναρπάζουν, διεγείρουν
- ecco στα ελληνικά - εδώ, εδώ για, here
- echeggiare στα ελληνικά - ηχώ, ηχούς, echo, της ECHO, η ECHO
Τυχαίες λέξεις
Eccitazione στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διέγερση, διέγερσης, διεγέρσεως, τη διέγερση, της διέγερσης
Μεταφράσεις: διέγερση, διέγερσης, διεγέρσεως, τη διέγερση, της διέγερσης