Inseguimento στα ελληνικά
Μετάφραση: inseguimento, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίτευγμα, ασχολία, κυνηγώ, καταδίωξη, κυνηγητό, Chase, κυνηγήσει, κυνήγι
Μεταφράσεις
- insegnante στα ελληνικά - δασκάλα, καθηγητής, καθηγήτρια, δάσκαλος, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός
- insegnare στα ελληνικά - διδάσκω, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, διδάσκει
- inseguire στα ελληνικά - επιδιώκω, ασκώ, παγανίζω, σκύλος, καταδιώκω, κυνηγώ, κυνηγητό, ...
- inseminazione στα ελληνικά - γονιμοποίηση, σπερματέγχυση, γονιμοποίησης, σπερματέγχυσης, γονιμοποιήσεως
Τυχαίες λέξεις
Inseguimento στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίτευγμα, ασχολία, κυνηγώ, καταδίωξη, κυνηγητό, Chase, κυνηγήσει, κυνήγι
Μεταφράσεις: επίτευγμα, ασχολία, κυνηγώ, καταδίωξη, κυνηγητό, Chase, κυνηγήσει, κυνήγι