Macinare στα ελληνικά
Μετάφραση: macinare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μύλος, εργοστάσιο, αλέθω, άλεσμα, άλεσης, τρόχισμα, grind
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- macerare στα ελληνικά - μουσκεύω, ισχναίνω, μαραίνω, μούσκευμα, να μουσκέψουν
- macigno στα ελληνικά - κουνώ, ροκ, πέτρα, λικνίζω, ογκόλιθος, Boulder, ογκόλιθο, ...
- madido στα ελληνικά - υγρός, νωπός, βρεγμένος, περιχύω, βουτηγμένος, πνιγμένο, έπνιξαν, ...
- madre στα ελληνικά - μητέρα, μητέρας, η μητέρα, τη μητέρα, μητρική
Τυχαίες λέξεις
Macinare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μύλος, εργοστάσιο, αλέθω, άλεσμα, άλεσης, τρόχισμα, grind
Μεταφράσεις: μύλος, εργοστάσιο, αλέθω, άλεσμα, άλεσης, τρόχισμα, grind