Αλέθω στα ιταλικά

Μετάφραση: αλέθω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
crocchiare, mulino, macinare, frantumazione, grind, macinatura, macinato
Αλέθω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλέθω

αλέθω in english, αλέθω στα αγγλικα, αλέθω παρατατικος, αλέθω σιτάρι, αλέθω λεξικό γλώσσας ιταλικά, αλέθω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αλάνθαστος στα ιταλικά - infallibile, infallibili
  • αλάτι στα ιταλικά - salino, salso, salato, sale, salare, di sale, il sale, ...
  • αλέτρι στα ιταλικά - arare, aratro, dell'aratro, modelli di aratri, all'aratro, l'aratro
  • αλήθεια στα ιταλικά - veramente, realmente, verità, davvero, proprio, infatti, la verità, ...
Τυχαίες λέξεις
Αλέθω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: crocchiare, mulino, macinare, frantumazione, grind, macinatura, macinato