Poco στα ελληνικά
Μετάφραση: poco, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λίγοι, λιγοστός, λίγα, λίγες, μικρός, λίγο, μικρή, μικρό, λίγη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- plotone στα ελληνικά - διμοιρία, διμοιρίας, απόσπασμα, αποσπάσματος, της διμοιρίας
- pluralismo στα ελληνικά - πλουραλισμός, την πολυφωνία, της πολυφωνίας, του πλουραλισμού, τον πλουραλισμό
- podere στα ελληνικά - περιουσία, αγρόκτημα, εκμετάλλευση, αγροκτήματος, φάρμα, γεωργικών εκμεταλλεύσεων
- poderoso στα ελληνικά - δυνατός, δυναμικός, ισχυρός, ισχυρό, ισχυρή, ισχυρά, ισχυρές
Τυχαίες λέξεις
Poco στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λίγοι, λιγοστός, λίγα, λίγες, μικρός, λίγο, μικρή, μικρό, λίγη
Μεταφράσεις: λίγοι, λιγοστός, λίγα, λίγες, μικρός, λίγο, μικρή, μικρό, λίγη