Λιγοστός στα ιταλικά
Μετάφραση: λιγοστός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
alcuni, poco, scarno, alquanti, magro, magra, scarso, misero, esiguo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιγοστός
λιγοστός λεξικό γλώσσας ιταλικά, λιγοστός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- λιγνός στα ιταλικά - assottigliare, scarno, esile, diradare, snello, scarso, sottile, ...
- λιγομίλητος στα ιταλικά - ligomilitos
- λιγόλογος στα ιταλικά - taciturno, taciturna, taciturni, taciturn
- λιθοβολώ στα ιταλικά - masso, sasso, denocciolare, rupe, pietra, pelle, pelliccia, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιγοστός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: alcuni, poco, scarno, alquanti, magro, magra, scarso, misero, esiguo
Μεταφράσεις: alcuni, poco, scarno, alquanti, magro, magra, scarso, misero, esiguo