Predicatore στα ελληνικά
Μετάφραση: predicatore, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιεροκήρυκας, κήρυκας, ιεροκήρυκα, κήρυκα, ιεροκήρυξ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- predica στα ελληνικά - ομιλία, κήρυγμα, κηρύγματος, κήρυγμά, το κήρυγμα
- predicato στα ελληνικά - κατηγορούμενο, κατηγόρημα, γενεσιουργού, κύριων, κατηγορήματος
- prediletto στα ελληνικά - θωπεύω, αγαπημένο, αγαπημένη, το αγαπημένο, αγαπημένες, τα αγαπημένα
- predire στα ελληνικά - προλέγω, προβλέπω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουμε, προβλέψει, να προβλέψει
Τυχαίες λέξεις
Predicatore στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιεροκήρυκας, κήρυκας, ιεροκήρυκα, κήρυκα, ιεροκήρυξ
Μεταφράσεις: ιεροκήρυκας, κήρυκας, ιεροκήρυκα, κήρυκα, ιεροκήρυξ