Scioperare στα ελληνικά

Μετάφραση: scioperare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
Scioperare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • scioglimento στα ελληνικά - διάλυση, διάλυσης, διαλύσεως, διαλυτοποίησης, διαλυτοποίηση
  • sciolto στα ελληνικά - μπόσικος, λάσκος, λυτός, χαλαρός, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, ...
  • sciopero στα ελληνικά - απεργία, χτυπώ, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
  • sciroppo στα ελληνικά - σιρόπι, σιροπιού, το σιρόπι, σιρόπιο, σιροπίου
Τυχαίες λέξεις
Scioperare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα