Solo στα ελληνικά
Μετάφραση: solo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απλός, πέλμα, ανύπαντρος, γλώσσα, μόνο, μόνος, μοναχικός, μονός, μονόκλινος, μοναχός, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sollevare στα ελληνικά - αυξάνομαι, ασανσέρ, ανατρέφω, αναστηλώνω, σηκώνω, ανυψώνω, τρέφω, ...
- sollievo στα ελληνικά - αρωγή, ανακούφιση, εκτόνωση, ανάγλυφος, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ...
- soltanto στα ελληνικά - αλλά, μόλις, μόνο, απλώς, όμως, δίκαιος, μόνον, ...
- solubile στα ελληνικά - διαλυτός, διαλυτό, διαλυτή, διαλυτά, διαλυτού
Τυχαίες λέξεις
Solo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απλός, πέλμα, ανύπαντρος, γλώσσα, μόνο, μόνος, μοναχικός, μονός, μονόκλινος, μοναχός, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Μεταφράσεις: απλός, πέλμα, ανύπαντρος, γλώσσα, μόνο, μόνος, μοναχικός, μονός, μονόκλινος, μοναχός, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για