Unico στα ελληνικά
Μετάφραση: unico, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνος, μόνο, ανύπαντρος, απομονωμένος, ενικός, μοναδικός, απόκοσμος, μονός, μοναχός, μοναχικός, ασυντρόφευτος, πέλμα, ιδιόμορφος, γλώσσα, μονόκλινος, ένα και μοναδικό, μία και μοναδική, μοναδικό, μία και μόνη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- comportamento στα ελληνικά - διαγωγή, διεξάγω, φέρσιμο, συμπεριφορά, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, ...
- malizia στα ελληνικά - μοχθηρία, χαιρεκακία, πονηριά, κακία, δόλο, κακοβουλία, κακίας
- materiale στα ελληνικά - σωματικά, ύλη, θέμα, δεκανέας, νοιάζομαι, υπόθεση, πράμα, ...
- radiante στα ελληνικά - ακτινοβόλος, αστραφτερός, ακτινοβολίας, ακτινοβόλο, λαμπερό, λαμπερή
Τυχαίες λέξεις
Unico στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνος, μόνο, ανύπαντρος, απομονωμένος, ενικός, μοναδικός, απόκοσμος, μονός, μοναχός, μοναχικός, ασυντρόφευτος, πέλμα, ιδιόμορφος, γλώσσα, μονόκλινος, ένα και μοναδικό, μία και μοναδική, μοναδικό, μία και μόνη
Μεταφράσεις: μόνος, μόνο, ανύπαντρος, απομονωμένος, ενικός, μοναδικός, απόκοσμος, μονός, μοναχός, μοναχικός, ασυντρόφευτος, πέλμα, ιδιόμορφος, γλώσσα, μονόκλινος, ένα και μοναδικό, μία και μοναδική, μοναδικό, μία και μόνη