Ασυντρόφευτος στα ιταλικά
Μετάφραση: ασυντρόφευτος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
romito, singolo, isolato, unico, asyntrofeftos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυντρόφευτος
ασυντρόφευτος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ασυντρόφευτος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ασυναρτησίες στα ιταλικά - borbottio, gibberish, senza senso, incomprensibile, incomprensibili
- ασυνεπής στα ιταλικά - incoerente, inconsistente, incompatibile, incoerenti, in contrasto
- ασυνόδευτος στα ιταλικά - senza accompagnamento, non accompagnato, non accompagnati, accompagnato, accompagnati
- ασφάλεια στα ιταλικά - sicurezza, di sicurezza, la sicurezza, protezione, della sicurezza
Τυχαίες λέξεις
Ασυντρόφευτος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: romito, singolo, isolato, unico, asyntrofeftos
Μεταφράσεις: romito, singolo, isolato, unico, asyntrofeftos