Dionica στα ελληνικά

Μετάφραση: dionica, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στάδιο, πόδι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο
Dionica στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dioba στα ελληνικά - διχασμός, μεραρχία, διαίρεση, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, καταμερισμό
  • dioni στα ελληνικά - μέτοχοι, μετόχους, των μετόχων, μετόχων, οι μέτοχοι
  • dionice στα ελληνικά - ευθυδικία, μερίδια, μετοχών, μετοχές, μεριδίων, τα μερίδια
  • dioničar στα ελληνικά - συνέταιρος
Τυχαίες λέξεις
Dionica στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στάδιο, πόδι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο