Dob στα ελληνικά
Μετάφραση: dob, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλικία, εποχή, ηλικίας, την ηλικία, ετών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dnevno στα ελληνικά - καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
- do στα ελληνικά - μέχρι, ταμείο, προς, σε, ώσπου, να, για, ...
- doba στα ελληνικά - περίοδος, εποχή, διάστημα, ηλικία, ηλικίας, την ηλικία, ετών
- dobacivati στα ελληνικά - φωνάζω, φωνάζουν, φωνάξει, καλέσετε, καλούν
Τυχαίες λέξεις
Dob στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλικία, εποχή, ηλικίας, την ηλικία, ετών
Μεταφράσεις: ηλικία, εποχή, ηλικίας, την ηλικία, ετών