Ηλικία στα κροατικά
Μετάφραση: ηλικία, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
generator, dobi, dob, starosna, starost, dobna, vječnost, doba, godine, Dobi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλικία
ηλικία ανδρέα μικρούτσικου, ηλικία ασλανίδου, ηλικία γλυκερίας, ηλικία σκύλου, ηλικία κωστόπουλος, ηλικία λεξικό γλώσσας κροατικά, ηλικία στα κροατικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτρονικός στα κροατικά - elektronička, elektronski, elektroničko, elektronički, elektroničke, elektronske
- ηλιακός στα κροατικά - sunčani, solarnog, solarni, solarne, solarna, solarno, solarnu
- ηλικίας στα κροατικά - sazrio, odležan, zreo, zreli, doba, starost, godine, ...
- ηλικιωμένος στα κροατικά - zreli, sazrio, odležan, zreo, postariji, starije osobe, starijih osoba, ...
Τυχαίες λέξεις
Ηλικία στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: generator, dobi, dob, starosna, starost, dobna, vječnost, doba, godine, Dobi
Μεταφράσεις: generator, dobi, dob, starosna, starost, dobna, vječnost, doba, godine, Dobi