Istovremeno στα ελληνικά

Μετάφραση: istovremeno, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταυτόχρονα, συγχρόνως, την ίδια στιγμή, παράλληλα, ταυτοχρόνως
Istovremeno στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • istovjetnost στα ελληνικά - ταυτότητα, ομοιότητα, ομοιότητας, ομοιομορφία, της ομοιότητας, ομοιομορφίας
  • istovremen στα ελληνικά - ταυτόχρονος, ταυτόχρονη, ταυτόχρονης, ταυτόχρονα, ταυτόχρονες
  • istovrstan στα ελληνικά - ομοιόμορφος, στολή, ενιαίος, ομοιογενής, connatural
  • istočna στα ελληνικά - ανατολικός, Ανατολής, Ανατολικής, Ανατολική, ανατολικό
Τυχαίες λέξεις
Istovremeno στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταυτόχρονα, συγχρόνως, την ίδια στιγμή, παράλληλα, ταυτοχρόνως