Stisnuti στα ελληνικά
Μετάφραση: stisnuti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπιέζω, σφίγγω, συρρικνώνομαι, πατικώνω, στύβω, συστέλλω, ζουλώ, στριμώχνω, μπαίνω, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, συμπίεση των, συμπιέσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arhaizmi στα ελληνικά - απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαϊσμοί, αρχαϊσμό, αρχαϊσμούς, αρχαϊσμών, τον αρχαϊσμό
- bespravan στα ελληνικά - παράνομος, παράνομη, παράνομης, παράνομων, παράνομες
- namještenica στα ελληνικά - μανεκέν, κούκλα βιτρίνας, κούκλα, βιτρίνας, κούκλας
- obalu στα ελληνικά - αμμουδιά, γιαλός, ακτή, ακτής, ακτές, ακτών, παράλια
Τυχαίες λέξεις
Stisnuti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπιέζω, σφίγγω, συρρικνώνομαι, πατικώνω, στύβω, συστέλλω, ζουλώ, στριμώχνω, μπαίνω, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, συμπίεση των, συμπιέσεως
Μεταφράσεις: συμπιέζω, σφίγγω, συρρικνώνομαι, πατικώνω, στύβω, συστέλλω, ζουλώ, στριμώχνω, μπαίνω, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, συμπίεση των, συμπιέσεως