Alo στα ελληνικά

Μετάφραση: alo, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρέφω, καλλιεργώ
Alo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allophylus στα ελληνικά - εξωγήινος, εξωτερικός, ξένος, αλλοδαπός
  • alogia στα ελληνικά - ανοησίες, βλακείες
  • altercatio στα ελληνικά - διένεξη, διεκδικώ, διαφωνία
Τυχαίες λέξεις
Alo στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρέφω, καλλιεργώ