Autem στα ελληνικά

Μετάφραση: autem, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όμως, και, ακόμα, αλλά, ωστόσο, επίσης
Autem στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • austerus στα ελληνικά - άκαμπτος, σέρτικος, σοβαρός, δριμύς, πρύμνη, αδιάλλακτος, βλοσυρός, ...
  • aut στα ελληνικά - ή
  • autumnus στα ελληνικά - φθινόπωρο
  • autumo στα ελληνικά - πιστεύω, επικυρώνω, διαβεβαιώνω, βεβαιώνω
Τυχαίες λέξεις
Autem στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όμως, και, ακόμα, αλλά, ωστόσο, επίσης