Gūt στα ελληνικά
Μετάφραση: gūt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατορθώνω, επιτυγχάνω, καταφέρω, πραγματοποιώ, φτάνω, κέρδος, αύξηση, κέρδους, όφελος, αύξηση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gļēvulis στα ελληνικά - δειλός, δειλό, δειλή, δειλά, δειλία
- gūsteknis στα ελληνικά - αιχμάλωτος, δέσμιος, φυλακισμένος, κρατούμενος, κρατούμενο, κρατουμένου
- halucinācija στα ελληνικά - παραίσθηση, ψευδαίσθηση, παραισθήσεις, ψευδαισθήσεις, ψευδαίσθησης
- haoss στα ελληνικά - χάος, πανδαιμόνιο, το χάος, χάους, του χάους, χάος που
Τυχαίες λέξεις
Gūt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατορθώνω, επιτυγχάνω, καταφέρω, πραγματοποιώ, φτάνω, κέρδος, αύξηση, κέρδους, όφελος, αύξηση του
Μεταφράσεις: κατορθώνω, επιτυγχάνω, καταφέρω, πραγματοποιώ, φτάνω, κέρδος, αύξηση, κέρδους, όφελος, αύξηση του