Спажытак στα ελληνικά
Μετάφραση: спажытак, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατώ, συμπαράσταση, υποστήριγμα, στήριγμα, θρέψη, ραφή, φαγητό, κατακρατώ, βοήθεια, τροφή, εξακολουθώ, απασχόληση, τροφίμων, τρόφιμα, των τροφίμων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- спаднiца στα ελληνικά - φούστα, ποδιά, διαφράγματος, ποδιάς, περίζωμα
- спажыва στα ελληνικά - κρατώ, στήριγμα, βοήθεια, θρέψη, ραφή, κατακρατώ, υποστήριγμα, ...
- срэбра στα ελληνικά - λεφτά, ασημί, ασημένιος, ασήμι, ασημένια, αργύρου, ασημένιο
- сталецьце στα ελληνικά - αιώνας, εκατονταετηρίδα, θρόνος, θρόνο, θρόνου, το θρόνο, θρόνο του
Τυχαίες λέξεις
Спажытак στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατώ, συμπαράσταση, υποστήριγμα, στήριγμα, θρέψη, ραφή, φαγητό, κατακρατώ, βοήθεια, τροφή, εξακολουθώ, απασχόληση, τροφίμων, τρόφιμα, των τροφίμων
Μεταφράσεις: κρατώ, συμπαράσταση, υποστήριγμα, στήριγμα, θρέψη, ραφή, φαγητό, κατακρατώ, βοήθεια, τροφή, εξακολουθώ, απασχόληση, τροφίμων, τρόφιμα, των τροφίμων