Ištrauka στα ελληνικά
Μετάφραση: ištrauka, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιλογή, εκχύλισμα, αποσπώ, πέρασμα, διέλευση, δίοδο, διόδου, δίοδος
Μεταφράσεις
- ištaka στα ελληνικά - πηγή, ρίζα, αρχή, προέλευση, έναρξη, κύρια πηγή, η πηγή ήταν, ...
- ištisas στα ελληνικά - ολόκληρος, ολικός, μεστός, γεμάτος, σύνολο, πλήρης, ολόκληρο, ...
- išvaizda στα ελληνικά - εμφάνιση, παρουσίαση, εμφάνισης, εμφάνισή, όψη, την εμφάνιση
- išvietė στα ελληνικά - αποχωρητήριο, κουτί, τουαλέτα, λουτρό, μυημένος, μπορώ, υπόστεγο, ...
Τυχαίες λέξεις
Ištrauka στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιλογή, εκχύλισμα, αποσπώ, πέρασμα, διέλευση, δίοδο, διόδου, δίοδος
Μεταφράσεις: επιλογή, εκχύλισμα, αποσπώ, πέρασμα, διέλευση, δίοδο, διόδου, δίοδος