Στοιβάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: στοιβάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
krūva, šūsnis, rietuvė, prisikimšti, kimšti, kalikas, paviršutiniškai pasirengti, bakoti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιβάζω
στοιβάζω συνώνυμο, στοιβάζω συνώνυμα, στοιβάζω στα αγγλικα, στοιβάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στοιβάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στοίχοι στα λιθουανικά - lyrika, tekstai, dainos, lyrics, žodžiai
- στοιβάδα στα λιθουανικά - krūva, šūsnis, rietuvė, sluoksnis, sluoksnio, sluoksnį, sluoksniu, ...
- στοιχεία στα λιθουανικά - įrodymas, elementai, elementų, elementus, aspektai
- στοιχείο στα λιθουανικά - elementas, elementų, elemento, elementą
Τυχαίες λέξεις
Στοιβάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: krūva, šūsnis, rietuvė, prisikimšti, kimšti, kalikas, paviršutiniškai pasirengti, bakoti
Μεταφράσεις: krūva, šūsnis, rietuvė, prisikimšti, kimšti, kalikas, paviršutiniškai pasirengti, bakoti