Pagoniškas στα ελληνικά
Μετάφραση: pagoniškas, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικός, ειδωλολατρικός, ειδωλολάτρης, ειδωλολατρική, ειδωλολατρικό, παγανιστική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pagelbėti στα ελληνικά - βοηθώ, βοήθημα, βοηθός, αρωγή, επικουρία, βοήθεια, βοηθήσει, ...
- pagonis στα ελληνικά - εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό
- pagreitis στα ελληνικά - επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
- pagrindinis στα ελληνικά - μετρ, ηγετικός, κύριος, αφέντης, δεξιοτέχνης, κυριότερος, κύρια, ...
Τυχαίες λέξεις
Pagoniškas στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, ειδωλολατρικός, ειδωλολάτρης, ειδωλολατρική, ειδωλολατρικό, παγανιστική
Μεταφράσεις: εθνικός, ειδωλολατρικός, ειδωλολάτρης, ειδωλολατρική, ειδωλολατρικό, παγανιστική