Porcija στα ελληνικά
Μετάφραση: porcija, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερίδα, τμήμα, τμήματος, μέρος, μέρους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pora στα ελληνικά - πόρος, ζευγάρι, ζεύγος, ζεύγους, ζευγών, ζεύγη
- porcelianas στα ελληνικά - πορσελάνη, πορσελάνης, από πορσελάνη, πορσελάνες, πορσελάνινα
- poreikis στα ελληνικά - ανάγκη, απαιτώ, απαίτηση, ζήτηση, χρειάζομαι, ζητώ, πρέπει, ...
- pornografija στα ελληνικά - τσόντα, πορνογραφία, Πορνό, Porn, πορνογραφικό υλικό, οι ερωτικές
Τυχαίες λέξεις
Porcija στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερίδα, τμήμα, τμήματος, μέρος, μέρους
Μεταφράσεις: μερίδα, τμήμα, τμήματος, μέρος, μέρους