Trukmė στα ελληνικά
Μετάφραση: trukmė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μήκος, διάρκεια, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- troškimas στα ελληνικά - επιθυμία, καημός, λαχτάρα, πόθο, τον πόθο, ακατάσχετη επιθυμία
- troškulys στα ελληνικά - δίψα, τη δίψα, δίψας, η δίψα, την δίψα
- trukti στα ελληνικά - συνεχίζω, καθυστέρηση, συνεχίζομαι, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, ...
- trumpai στα ελληνικά - κοντολογίς, σύντομα, συντομία, εν συντομία, συνοπτικά, λίγο
Τυχαίες λέξεις
Trukmė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μήκος, διάρκεια, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
Μεταφράσεις: μήκος, διάρκεια, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια