Måte στα ελληνικά
Μετάφραση: måte, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροφοδοτώ, ταΐζω, σιτίζω, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Μεταφράσεις
- mast στα ελληνικά - ιστός, κατάρτι, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης
- mat στα ελληνικά - φαγητό, τροφή, τροφίμων, τρόφιμα, των τροφίμων
- matematikk στα ελληνικά - μαθηματικά, Μαθηματικών, τα μαθηματικά, των μαθηματικών
- materiale στα ελληνικά - ύλη, πράμα, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά
Τυχαίες λέξεις
Måte στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροφοδοτώ, ταΐζω, σιτίζω, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Μεταφράσεις: τροφοδοτώ, ταΐζω, σιτίζω, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών