Τροφοδοτώ στα νορβηγικά
Μετάφραση: τροφοδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
brennstoff, fôr, brensel, mate, drivstoff, stoke, i Stoke, fyre, for Stoke
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφοδοτώ
τροφοδοτώ μετάφραση, τροφοδοτώ στα αγγλικα, τροφοδοτώ in english, τροφοδοτώ συνώνυμα, τροφοδοτώ βικιλεξικο, τροφοδοτώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, τροφοδοτώ στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- τροφικός στα νορβηγικά - nærings, nutritive, næringsverdi, næringsstoff, nærende
- τροφοδοσία στα νορβηγικά - catering, betjent, husholdning, hushold, kjøkken
- τροφοδότης στα νορβηγικά - caterer, leverandør, cateringselskap til fly, Fors, catering
- τροχαλία στα νορβηγικά - talje, trinse, skivene, wiretrekk, remskive, remskiven
Τυχαίες λέξεις
Τροφοδοτώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: brennstoff, fôr, brensel, mate, drivstoff, stoke, i Stoke, fyre, for Stoke
Μεταφράσεις: brennstoff, fôr, brensel, mate, drivstoff, stoke, i Stoke, fyre, for Stoke