Middel στα ελληνικά

Μετάφραση: middel, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημαίνω, εργαλείο, εννοώ, τσιγκούνης, όργανο, παραδόπιστος, παράγων, αντιπρόσωπος, μέσο, πράκτορας, παράγοντα
Middel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • metodisk στα ελληνικά - μεθοδικός, μεθοδική, μεθοδικό, μεθοδικής, μεθοδικά
  • middag στα ελληνικά - μεσημέρι, βραδινό, δείπνο, το δείπνο, γεύμα, δείπνου
  • middelaldersk στα ελληνικά - μεσαιωνικός, μεσαιωνικό, μεσαιωνική, μεσαιωνικά, μεσαιωνικής
  • middelmådig στα ελληνικά - μέτριος, ανεπαρκής, ανεπαρκή, ανεπαρκείς, ανεπαρκούς, ανεπαρκές
Τυχαίες λέξεις
Middel στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημαίνω, εργαλείο, εννοώ, τσιγκούνης, όργανο, παραδόπιστος, παράγων, αντιπρόσωπος, μέσο, πράκτορας, παράγοντα