Εργαλείο στα νορβηγικά
Μετάφραση: εργαλείο, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
redskap, middel, instrument, verktøy, verktøyet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργαλείο
εργαλείο για τρύπες σε δέρμα, εργαλείο αφαίρεσης κακόβουλου λογισμικού από το facebook, εργαλείο αποκομμάτων windows 7, εργαλείο για πουρέ, εργαλείο διαγνωστικής διερεύνησης δυσκολιών στο γραπτό λόγο των μαθητών γ' – στ' δημοτικού, εργαλείο λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εργαλείο στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εργάτης στα νορβηγικά - arbeider, arbeidstaker, arbeideren, worker
- εργαζόμενος στα νορβηγικά - drift, arbeider, jobber, jobbe, arbeide, arbeids
- εργασία στα νορβηγικά - arbeid, sysselsetting, arbeide, anvendelse, virke, arbeidet, arbeids, ...
- εργαστήριο στα νορβηγικά - laboratorium, laboratoriet, laboratorie
Τυχαίες λέξεις
Εργαλείο στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: redskap, middel, instrument, verktøy, verktøyet
Μεταφράσεις: redskap, middel, instrument, verktøy, verktøyet