Sperre στα ελληνικά
Μετάφραση: sperre, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακωλύω, κωλυσιεργώ, στηρίγματα, φραγμός, καστάνια, καστάνιας, αναστολέα, με καστάνια, αναστολής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- spenning στα ελληνικά - ένταση, διέγερση, δυναμικό, τάση, τάσης, τάσεως, της τάσης
- spenstig στα ελληνικά - ανθεκτικός, ελαστικός, ελαστικό, ελαστική, ελαστικά, ελατηρίου
- spesialisere στα ελληνικά - ειδικεύονται, εξειδικεύονται, Ειδικευόμαστε, ειδικεύεται, ειδικευτούν
- spesialitet στα ελληνικά - σπεσιαλιτέ, ειδικότητα, ειδικότητας, εξειδικευμένα, ειδικότητά
Τυχαίες λέξεις
Sperre στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακωλύω, κωλυσιεργώ, στηρίγματα, φραγμός, καστάνια, καστάνιας, αναστολέα, με καστάνια, αναστολής
Μεταφράσεις: παρακωλύω, κωλυσιεργώ, στηρίγματα, φραγμός, καστάνια, καστάνιας, αναστολέα, με καστάνια, αναστολής