Afbeelding στα ελληνικά

Μετάφραση: afbeelding, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύμβολο, απεικόνιση, πρόσωπο, σύκα, αριθμός, είδωλο, εικόνα, εικόνας, image, εικόνα από, την εικόνα
Afbeelding στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afbakenen στα ελληνικά - ίχνος, υπόλειμμα, ανιχνεύω, ανακαλύπτω, οριοθετούν, οριοθέτηση, οριοθετήσει, ...
  • afbeelden στα ελληνικά - συμφωνώ, αντιστοιχώ, ανταποκρίνομαι, αντιπροσωπεύω, εικόνα, απεικονίζω, απεικονίζουν, ...
  • afbestellen στα ελληνικά - ακυρώνω, ακυρώσει, ακυρώσετε, να ακυρώσει, ακυρώσετε την, να ακυρώσετε
  • afbetalen στα ελληνικά - εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, πληρώσετε μακριά
Τυχαίες λέξεις
Afbeelding στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύμβολο, απεικόνιση, πρόσωπο, σύκα, αριθμός, είδωλο, εικόνα, εικόνας, image, εικόνα από, την εικόνα