Afremmen στα ελληνικά

Μετάφραση: afremmen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φρένο, τροχοπεδώ, φρενάρω, επιβραδύνει, επιβραδύνουν, να επιβραδύνει, επιβραδυνθεί, επιβραδύνει την
Afremmen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afrastering στα ελληνικά - σχάρα, ανακρίνω, πλέγμα, δίχτυ, ενοχλητικός, εσχάρα, Grill, ...
  • afreizen στα ελληνικά - παραιτούμαι, φεύγω, παρατάω, ταξίδι, ταξιδιωτική, ταξίδια, ταξιδιού, ...
  • africhten στα ελληνικά - τιθασεύω, εξημερώνω, δαμάζω, δαμάσει, δαμάσουν, εξημερώσει
  • afrit στα ελληνικά - διέξοδος, έξοδος, θέμα, αναχώρηση, απόκλιση, τεύχος, εξόδου, ...
Τυχαίες λέξεις
Afremmen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φρένο, τροχοπεδώ, φρενάρω, επιβραδύνει, επιβραδύνουν, να επιβραδύνει, επιβραδυνθεί, επιβραδύνει την