Afschaffing στα ελληνικά
Μετάφραση: afschaffing, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακύρωση, ακυρώνω, καταργώ, κατάλυση, κατάργηση, ανακαλώ, κατάργησης, καταργήσεως, την κατάργηση, κατάργησή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- afschaduwing στα ελληνικά - σκιά, σκιώδεις, σκιάς, τη σκιά, σκιώδης
- afschaffen στα ελληνικά - καταργώ, υπαναχωρώ., αποσύρω, υπαναχωρώ, παίρνω, μετακομίζω, καταργήσει, ...
- afschaven στα ελληνικά - τρίβω, λειαίνω, σχίζω, Skive, Κύκλοι, Σκίβε, κόπτω
- afscheid στα ελληνικά - αποχαιρετισμός, αντίο, αποχαιρετιστήριο, αποχαιρετιστήρια, αποχαιρετισμού
Τυχαίες λέξεις
Afschaffing στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακύρωση, ακυρώνω, καταργώ, κατάλυση, κατάργηση, ανακαλώ, κατάργησης, καταργήσεως, την κατάργηση, κατάργησή
Μεταφράσεις: ακύρωση, ακυρώνω, καταργώ, κατάλυση, κατάργηση, ανακαλώ, κατάργησης, καταργήσεως, την κατάργηση, κατάργησή