Bescheiden στα ελληνικά

Μετάφραση: bescheiden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέτριος, ταπεινός, μετριοπαθής, σεμνός, εχέμυθος, μετριόφρων, διακριτικός, μετριάζω, λογικός, μέτρια, μικρή, μέτριο
Bescheiden στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beschaving στα ελληνικά - πολιτισμός, πολιτισμού, πολιτισμό, τον πολιτισμό, του πολιτισμού
  • bescheid στα ελληνικά - έγγραφο, απαντώ, εφημερίδα, χαρτένιος, ανταπαντώ, χαρτί, αντίλογος, ...
  • bescheidenheid στα ελληνικά - ταπεινοφροσύνη, σεμνότητα, μετριοφροσύνη, απλότητα, μετριοπάθεια, σεμνότητας, τη σεμνότητα
  • beschermen στα ελληνικά - προστατεύω, κατοχυρώνω, να προστατεύσει, για την προστασία των, για την προστασία, την προστασία των, να προστατεύσουν
Τυχαίες λέξεις
Bescheiden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέτριος, ταπεινός, μετριοπαθής, σεμνός, εχέμυθος, μετριόφρων, διακριτικός, μετριάζω, λογικός, μέτρια, μικρή, μέτριο