Bevorderen στα ελληνικά

Μετάφραση: bevorderen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προάγω, προκαταβάλλω, ενισχύω, προωθώ, παραπέρα, μακρύτερος, περαιτέρω, προβαίνω, ανεβάζω, αυξάνω, ενθαρρύνω, πρόοδος, προχωρώ, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν
Bevorderen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bevoorraden στα ελληνικά - προσφέρω, παροχή, χορήγηση, επιπλώνω, παρέχω, προμηθεύω, καθιστώ, ...
  • bevoorrading στα ελληνικά - χορήγηση, παροχή, προμήθεια, μέριμνα, παρέχω, εφοδιασμού, προσφοράς, ...
  • bevordering στα ελληνικά - προώθηση, προαγωγή, ανάδειξη, προβολή, προώθησης, την προώθηση
  • bevorderlijk στα ελληνικά - χρήσιμος, πολύτιμος, πλεονεκτικός, τιμαλφής, ευνοϊκό, ευνοεί, που ευνοεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Bevorderen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προάγω, προκαταβάλλω, ενισχύω, προωθώ, παραπέρα, μακρύτερος, περαιτέρω, προβαίνω, ανεβάζω, αυξάνω, ενθαρρύνω, πρόοδος, προχωρώ, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν