Bevriend στα ελληνικά

Μετάφραση: bevriend, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλικός, φιλικό προς, φιλική προς, φιλικό προς το, φιλική προς το
Bevriend στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bevreemdend στα ελληνικά - εκπληκτικός, εκπληκτική, εκπληκτικό, εκπληκτικά, εκπληκτικές
  • bevreemding στα ελληνικά - έκπληξη, έκπληξή, αποτελεί έκπληξη, έκπληξης, την έκπληξή
  • bevrijden στα ελληνικά - τσάμπα, εκκρίνω, απαλλάσσω, χαλαρός, αυτεξούσιος, λυτός, δημοσιεύω, ...
  • bevrijding στα ελληνικά - κυκλοφορώ, χειραφέτηση, δημοσιεύω, εκκρίνω, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, την απελευθέρωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Bevriend στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλικός, φιλικό προς, φιλική προς, φιλικό προς το, φιλική προς το