Bevrijding στα ελληνικά
Μετάφραση: bevrijding, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοφορώ, χειραφέτηση, δημοσιεύω, εκκρίνω, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, την απελευθέρωση, απελευθερωτικό, απελευθερωτικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bevriend στα ελληνικά - φιλικός, φιλικό προς, φιλική προς, φιλικό προς το, φιλική προς το
- bevrijden στα ελληνικά - τσάμπα, εκκρίνω, απαλλάσσω, χαλαρός, αυτεξούσιος, λυτός, δημοσιεύω, ...
- bewaarder στα ελληνικά - προστάτης, κηδεμόνας, φύλακας, φρουρά, φρουρώ, φυλάω, επιστάτης, ...
- bewaken στα ελληνικά - εξακολουθώ, κρατώ, φρουρά, κατακρατώ, βλέπω, παρακολουθώ, ρολόι, ...
Τυχαίες λέξεις
Bevrijding στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοφορώ, χειραφέτηση, δημοσιεύω, εκκρίνω, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, την απελευθέρωση, απελευθερωτικό, απελευθερωτικού
Μεταφράσεις: κυκλοφορώ, χειραφέτηση, δημοσιεύω, εκκρίνω, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, την απελευθέρωση, απελευθερωτικό, απελευθερωτικού